Το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Νέων στη Ρόδο βοήθησε την Ελλάδα να προσθέσει ένα ακόμη χρυσό μετάλλιο στη συλλογή της, δεί χνοντας ότι ήταν και παραμένει στην ελίτ. Για δύο από τους παίκτες της σήμαινε και κάτι ακόμη: Το χρυσό φινάλε μιας μακράς πορείας στις «μικρές» εθνικές. Έξι χρόνια με τη φανέλα των εθνικών ομάδων παίδων, εφήβων και νέων για τον Γιώργο Μπόγρη, πέντε χρόνια για τον Χάρη Γιαννόπουλο σε μια παράλληλη πορεία που έφτασε στο τέλος της σε αυτή την πρώτη φάση της στη Ρόδο. Εκεί που τα είπαν, που πανηγύρισαν, που θύμωσαν και αγωνίστηκαν. Εκεί που έδωσαν την υπόσχεση ο ένας στον άλλον και ο καθένας στον εαυτό του, ότι στην τελευταία τους διοργάνωση με τις «μικρές» εθνικές ήθελαν να δώσουν ότι καλύτερο και περισσότερο μπορούσαν. Και το κατάφεραν φτάνοντας ως την κορυφή, όντας από τους μεγάλους πρωταγωνιστές της διοργάνωσης και της ελληνικής ομάδας.
-Περάσατε πέντε ο ένας, έξι ο άλλος, καλοκαίρια στο γήπεδο με προετοιμασία και διοργανώσεις με τις «μικρές» εθνικές. Θεωρήσατε ποτέ ότι ήταν χάσιμο χρόνου, με δεδομένο ότι η μεγάλη επιτυχία ήρθε ουσιαστικά στο τέλος αυτής της περιόδου για εσάς;
Γ.Μ.: «Όχι, γιατί έκανα αυτό που αγαπούσα. Έπαιζα μπάσκετ που αγαπώ, εκπροσωπούσα τη χώρα μου, έκανα τα ταξίδια μου, γνώρισα ανθρώπους, έκανα φιλίες. Αλλά κυρίως έκανα αυτό που αγαπούσα και αγαπάω».
Χ.Γ.: «Όχι! Σε καμία περίπτωση. Και ο λόγος ήταν ότι μπορεί να μην είχαμε τις διακρίσεις που είχαν κάποια άλλα παιδιά σε έξι χρόνια, αλλά αυτό που μας έλειπε ήταν παιχνίδια. Στο τέλος τα καταφέραμε. Κερδίσαμε σε χρόνο, σε εμπειρίες, πήραμε τα παιχνίδια και δείξαμε τι μπορούμε να κάνουμε».
-Στο διάστημα αυτό, το οποίο δεν είναι και μικρό με δεδομένο ότι είστε 20 χρονών και από τα 14 ή τα 15 κινείστε σε άλλους ρυθμούς, σας έκανε ποτέ να ζηλέψετε ίσως κάποιους συνομηλίκους σας που είχαν τις διακοπές τους το καλοκαίρι;
Γ.Μ.: «Όχι, νομίζω ότι τα άλλα παιδιά μπορεί να είχαν λόγο να ζηλεύουν εμάς. Εκπροσωπούσαμε τη χώρα μας, κάναμε αυτό που αγαπούσαμε και αγαπάμε πολύ… Ζήσαμε ξεχωριστές καταστάσεις. Δεν είχαμε λόγο να ζηλέψουμε… Κανένα λόγο».
Χ.Γ.: «Νομίζω ότι και τώρα γίνεται αυτό. Την ώρα που κάποιοι άλλοι πηγαίνουν βόλτα ή βγαίνουν έξω, εσύ πρέπει να κάθεσαι μέσα. Δεν τίθεται θέμα ζήλειας όμως, γιατί είναι αυτό που θέλεις να κάνεις. Υπάρχει κάτι που θέλεις να πετύχεις, υπάρχει αυτό που θέλεις να γίνεις στη ζωή σου. Οπότε κάποιες θυσίες θα πρέπει να γίνουν, άσχετα αν για εμένα, για το Γιώργο δεν φαίνονται θυσίες, αλλά το μέσο, ο δρόμος να φτάσουμε κάπου».
-Έχετε διανύσει μαζί πέντε χρόνια στις «μικρές» εθνικές. Όταν στη Ρόδο έφυγαν τα παιδιά που δεν θα συνέχιζαν και πριν έρθουν τα παιδιά από τη Νέα Ζηλανδία, όταν μείνατε οι δυο σας τι ήταν αυτό που συζητήσατε;
Γ.Μ.: «Προβληματιστήκαμε λίγο για τη συνέχεια αρχικά. Αν θα «δέναμε» με τα παιδιά που έρχονταν, τι θα γίνει στη διοργάνωση. Και αυτό που είπαμε ήταν ότι θέλαμε να δώσουμε το καλύτερο δυνατό σε αυτή την τελευταία διοργάνωση. Ότι πρέπει να ανταπεξέλθουμε στις απαιτήσεις. Έπρεπε οι τίτλοι τέλους να γραφούν με χρυσά γράμματα. Σκεφτήκαμε τι είχαμε περάσει τόσα χρόνια, τις δυσκολίες, τις χαρές. Ήταν ένα φλας μπακ μοναδικών στιγμών εκείνο το βράδυ».
Χ.Γ.: «Ήταν λίγο πιο παράξενο… Περισσότερο από κάθε άλλη φορά, γιατί έφυγε σχεδόν όλη η ομάδα. Το ότι μείναμε εγώ κι ο Γιώργος ήταν κάτι οικείο για εμάς γιατί έχουμε κοινή πορεία τόσα χρόνια. Γιατί πάντα ήμασταν συνέχεια μαζί στην Εθνική. Το ότι μείναμε εμείς οι δύο με άλλα παιδιά τα οποία νέα, αλλά τα οποία ξέραμε από παλιά δεν ήταν τόσο παράξενο όσο ακούγεται. Για εμάς τους δύο υπήρχε όμως και κάτι παραπάνω να μας «δένει». Ξέραμε και οι δύο ότι ήταν η τελευταία μας διοργάνωση στις «μικρές» Εθνικές και θέλαμε να τα δώσουμε όλα για να πετύχουμε κάτι καλό. Για να κατακτήσουμε κάτι. Δεν το λέγαμε. Ήταν όμως κάτι που το πιστεύαμε και το θέλαμε και οι δύο».
-Τι σκεφτόσουν την ώρα της απονομής;
Χ.Γ.: «Τίποτα… Ή μάλλον τόσα πολλά που απλά δεν υπάρχει κάτι που μπορώ να ξεχωρίσω… Έκανα ότι ένιωθα… Δεν σκεφτόμουν τι θα πει κάποιος. Έκανα ότι ένιωθα εκείνη τη στιγμή. Οι σκέψεις ήταν πολλές… Πάρα πολλές…»
Γ.Μ.: «Ότι ήρθαν οι τίτλοι τέλους με τις «μικρές» εθνικές που θέλαμε. Ήταν το ιδανικό κλείσιμο. Δεν σκεφτόμουν κάτι συγκεκριμένο ήμουν ευτυχισμένος. Ήμουν με την ομάδα μου, στην κορυφή της Ευρώπης, με την οικογένειά μου δίπλα… Απλά ήμουν ευτυχισμένος. Είναι η μεγάλη επιτυχία μέχρι την επόμενη, για να παραφράσουμε και κάτι που έχει πει ο Νίκος Γκάλης. Σκεφτόμουν κι εγώ, και ο Χάρης πιστεύω, τη σκληρή δουλειά που θα έπρεπε να γίνει μέχρι να έρθει και αυτή η επόμενη επιτυχία».
-Υπάρχει κάποια ατάκα ή σκηνή που σου έχει μείνει από τη διοργάνωση;
Χ.Γ.: «Άπειρες οι ατάκες. Οι περισσότερες από το Γιώργο… Κάθε σκηνή ήταν ατάκα. Το έχει αυτό… Το «φέτα στο τραπέζι» που ήταν το σουτ με ταμπλώ, τα χουκ που ήταν «το φροντιστήριο της μικρής μου αδελφής» και πολλά-πολλά ακόμη… Πολύ ωραίες στιγμές… Πολλά στιγμιότυπα… Και πολύ γέλιο…»
Γ.Μ.: «Η σκηνή που μου έμεινε και η οποία πιστεύω ότι έκρινε πολλά στο Ευρωπαϊκό «στήθηκε» μετά την ήττα με τη Γαλλία. Μαζευτήκαμε όλοι οι παίκτες, ο Μίσσας, οι συνεργάτες του, όλοι στην πισίνα μπροστά από τα δωμάτιά μας στο ξενοδοχείο. Εκεί ήρθαμε πιο κοντά… Μιλήσαμε, είπαμε ότι ήθελε ο καθένας, γελάσαμε πολύ. Νομίζω ότι εκείνο το βράδυ έχει μεγάλο μερίδιο στην επιτυχία που ήρθε αργότερα».